ΓΟΝΕΙΣ ΑΥΘΕΝΤΙΑ Η΄ ΤΡΑΓΩΔΙΑ (Β΄)
Το σταυροδρόμι αυτό είναι κρίσιμο και απαιτεί τη συνεργασία των γονέων, ώστε
και οι γονείς να συμπεριληφθούν στην αγκαλιά της Εκκλησίας και όλοι μαζί,
γονείς και παιδιά, με τη βοήθεια του πνευματικού, να γεφυρώσουν τα μεταξύ
τους χάσματα και να αναβαπτίσουν τη σχέση τους.
Τα παιδιά χρειάζονται τους γονείς τους και περιμένουν με λαχτάρα την καλή
αλλαγή τους, γι' αυτό είναι διατεθειμένα να ξεχάσουν τις κακές οικογενειακές
εικόνες.
Ο έμπειρος πνευματικός δεν επιδιώκει να ιδιοποιηθεί τους ανθρώπους που τον
εμπιστεύονται, αλλά να βοηθά τους ανθρώπους να βρουν τους εαυτούς τους, να
ισορροπήσουν και να χτίσουν σωστές και στέρεες σχέσεις. Έτσι οι γονείς δεν
κινδυνεύουν να χάσουν από τον πνευματικό τη σχέση τους με τα παιδιά τους και
γι' αυτό πρέπει να τον εμπιστευθούν και να συμπράξουν μαζί του για το καλό
αποτέλεσμα.
Δυστυχώς, η πείρα του Εξομολογητηρίου μαρτυρεί, ότι οι περισσότεροι από τους
γονείς, εξακολουθούν να ταλαιπωρούν τα παιδιά τους και όταν αυτά καταφεύγουν
στον πνευματικό.
Αυτό το επιχειρούν επειδή διαπιστώνουν ότι τα παιδιά τους εμπιστεύονται τον
πνευματικό τους και τον συμβουλεύονται για το καθετί που τα απασχολεί.
Ζώντας μέσα σ’ αυτήν την παραζάλη οι γονείς, αδυνατούν να καταλάβουν τον
πνευματικό και να ωφεληθούν από την τακτική του. Δεν μπορούν να καταλάβουν
ότι τα παιδιά τους εμπιστεύονται τον πνευματικό γιατί τους εμπνέει την
πατρική αυθεντία, που εκείνοι τους την είχαν κλονίσει, αλλά και γιατί κοντά
του νοιώθουν πως έχουν προσωπικότητα, αφού εκείνος τα ακούει, και όταν έχουν
δίκιο, τα δικαιώνει, και, όταν έχουν ανάγκη διορθώσεως, τα διορθώνει.
Έτσι, προσπαθεί να ενθαρρύνει και να παροτρύνει τους διστακτικούς και
συνεσταλμένους, όπως, επίσης, όλους εκείνους, που έχουν από πολλές και
διάφορες αιτίες αποκτήσει μειωμένη αυτοεκτίμηση, και, αντιθέτως, αναχαιτίζει
τους ορμητικούς και προπετείς, ώστε συνεσταλμένοι και σώφρονες να έλθουν
στους εαυτούς τους και να αποδώσουν σύμφωνα με τα τάλαντα, που όλοι έχουμε
από τον Θεό.
Τα παιδιά δεν αντιδρούν στον πνευματικό, όπως αντιδρούν στους γονείς τους,
γιατί ο πνευματικός δεν τα παροργίζει, ούτε αρνείται να ακούσει το σκεπτικό
και τα επιχειρήματα τους. Γιατί, τελικά, δεν θέλει να τους επιβάλει το
θέλημα του, ούτε αυτό που απαιτούν οι κοινωνικές συνήθειες ή αυτό που
εγκρίνει ο πολύς ο κόσμος, όπως συνήθως κάνουν οι γονείς, αλλά επιζητεί από
αυτά μόνο αυτό που ορίζει ο Θεός. Και αυτό που ορίζει ο Θεός αναπαύει και
χαροποιεί και ζωοποιεί όλους τους καλοπροαίρετους ανθρώπους.
Ο πνευματικός γνωρίζει την εμπιστοσύνη των ανθρώπων στο πρόσωπο του και γι’
αυτό είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και επιφυλακτικός στις συμβουλές και
οδηγίες του. Επειδή βλέπει πόσο υπολογίζουν οι άνθρωποι τη γνώμη του και πως
περιμένουν τις οδηγίες του, αισθάνεται τη μεγάλη ευθύνη του απέναντι τους
και προσέχει να είναι οι λέξεις του μετρημένες και συναρτημένες με τον
χαρακτήρα κάθε συγκεκριμένου ανθρώπου, ώστε αυτό που θα ειπεί να μην είναι
μια εντολή, που πρέπει ο άνθρωπος να εκτελέσει μηχανικά, σαν ρομπότ, αλλά να
ενεργήσει μέσα του ευεργετικά και να κινητοποιήσει τους μηχανισμούς της
ψυχής του με τρόπο πηγαίο και φυσικό, γιατί ο λόγος του Θεού πρέπει να
αφομοιωθεί από τον χαρακτήρα μας και όχι να υπάρχει μέσα μας σαν ξένο σώμα ή
σαν αντίπαλος.
Αυτά για τους γονείς είναι ακατανόητα, αφού εκείνοι δεν έχουν μάθει να
ακούνε τα παιδιά τους αλλά μόνο να τους μιλάνε, και μάλιστα με βία και
επιβολή! Με το κυριαρχικό δικαίωμα του πατέρα και της μητέρας!
Δεν δημιουργούνται, όμως, οι σχέσεις με αυτόν τον τρόπο. Γι’ αυτό πρέπει να
πάψουν αυτοί οι γονείς να παροτρύνουν τον πνευματικό λέγοντας του: «Πάτερ,
εσάς σας ακούει το παιδί μου, πες τε του να κάνει αυτό και αυτό...... Μα, ακριβώς, επειδή μας ακούει το παιδί και εμπιστεύεται τη γνώμη μας νοιώθουμε περισσότερο υπεύθυνοι και γι’ αυτό σε καμμιά περίπτωση δεν μπορούμε να απαιτήσουμε από τα παιδιά να κάνουν ή να μην κάνουν κάτι, παρά μόνο αν αυτό που θέλουν, ή αν αυτό που αρνούνται να πράξουν, είναι το θέλημα τού Θεού. Κανείς, μα κανείς, δεν έχει το δικαίωμα να απαιτήσει από τα παιδιά του κάτι πέρα και έξω από το θέλημα του Θεού.
Και αυτό, βεβαίως, όχι με βία, αλλά με υπομονή, με αγάπη και με πειθώ.
Είναι άραγε τόσο δύσκολο να αναλογισθούν αυτοί οι γονείς πως αφού απέτυχαν
στην προσωπική τους ζωή, ακολουθώντας τις οδηγίες του μυαλού τους δεν είναι
κατάλληλοι οδηγοί των παιδιών τους επαναλαμβάνοντας σ’ αυτά τις ίδιες
αποτυχημένες συμβουλές; Όσοι, τελικά, αποδοκιμάσουν αυτό το ερώτημα, σημαίνει πως η αρρώστια τους έχει παγιωθεί, και γι’ αυτό μπορεί και να εξαγριωθούν εναντίον μας. Όσοι, όμως, το βρουν εύλογο, έχουν ελπίδα και μεγάλη ευκαιρία. Όχι μόνο να ανακτήσουν την γονεϊκή τους αυθεντία αλλά και να γίνουν παραδείγματα ψυχικής λεβεντιάς.
Γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο σπουδαίο, από τον άνθρωπο που βγαίνει κερδισμένος μέσα απ’ τα λάθη του!
|