Κυριακή των Βαΐων - Λάζαρος

Κυριακάτικη ομιλία 

του Ηγουμένου της Ι. Μ. Αγ. Διονυσίου του εν Ολύμπω 

γέροντα Μαξίμου

 

 Συντομογραφίες:

-Γ.Μ.: Γέροντας Μάξιμος

-Ακρ.: Ακροατής

 Ζητούμε συγνώμη για τυχόν λάθη. Υπενθυμίζουμε ότι πρόκειται για μη επεξεργασμένη μεταφορά από τον προφορικό λόγο. 

 

            Σήμερα θα κάνουμε από το ευαγγέλιο, θα διαβάσουμε τη περικοπή και γιατί του αποστόλου την έχουμε μελετήσει άλλη φορά, αλλά και για το ότι είναι μια μεγάλη μέρα σήμερα, η ημέρα των Βαΐων. Είναι η ημέρα της ενδόξου επί γης παρουσίας του Θεού ενώπιον των ανθρώπων στη πόλη της Σιών. Κι αυτός είναι ένας τύπος της ενδόξου εισόδου του εις την άνω Σιών.

             Η είσοδος στη κάτω Σιών, η ένδοξος είσοδος στη κάτω Σιών, είχε προβλήματα. Εμείς οι άνθρωποι δεν εκτιμούμε συνήθως όχι μόνο το Θεό αλλά και κάθε αγαθό όταν το βλέπουμε να το κάνουν οι άλλοι. Υπερασπιζόμαστε το δικό μας αγαθό, τα δικά μας αγαθά μέχρι θανάτου. Και νομίζουμε ότι αυτό είναι το παν στη ζωή μας, να κατηγορούμε τους άλλους και να επαινούμε τον εαυτό μας. Ο Χριστός όταν ήρθε στον κόσμο, ήρθε τελείως αφανώς. Οι μόνοι που τον δέχθηκαν στην Βηθλεέμ ήτανε ο Ιωσήφ, η Παναγία μητέρα του, ορισμένοι άνθρωποι απλοί εκεί της Βηθλεέμ, οι βοσκοί, οι μάγοι αργότερα, ο πολύς λαός αγνοούσε, και κυρίως , ενώ όλοι αυτοί που προανέφερα υποδέχθηκαν το Χριστό σαν κάτι ας πούμε παράξενο, και κανείς δεν ήξερε ακριβώς τι ήτανε, εκείνοι που δέχθηκαν ενδόξως το Χριστό στη γη ήταν οι άγγελοι. Οι οποίοι ξέρανε τι ήτανε αυτό το γεγονός και πως έπρεπε να το τιμήσουν. Την ώρα που ετέθη εις τη γην ο Θεάνθρωπος Χριστός.

            Έκτοτε μια μεγάλη περίοδος από τη περίοδο αυτή , της μικρής του ηλικίας μέχρι την ώρα που βγήκε στο κήρυγμα, μέχρι την ώρα που τον βάπτισε ο Ιωάννης, ο Χριστός ήταν σε αφάνεια. Μόνο τον βλέπουμε σε μια στιγμή, όταν ήταν δωδεκαετής, να διδάσκει τους γέρους. Να τον ευλαβούνται τόσο πολύ οι πρεσβύτεροι εκεί του ναού, ώστε να κάθεται ώρες και μέρες, φανταστείτε πόσες μέρες, τουλάχιστον μια μέρα και μια νύχτα, βαδίζοντας το καραβάνι που ερχόταν από την Ναζαρέτ, βαδίζοντας μετά τη λατρεία που κάνανε στο ναό, για να πάνε στη Ναζαρέτ τον ανακάλυψαν την άλλη μέρα, ότι λείπει από τη συνοδεία τους. Και ξαναγύρισαν πάλι μια μέρα ποδαρόδρομο, για να τον βρουν όλες αυτές τις ώρες να διδάσκει μέσα στο ναό. Κάτι κατάλαβαν και οι ιερείς, ότι τούτο δω το πλάσμα, δεν είναι ένα τυχαίο πλάσμα. Γι αυτό και το κρατούσαν και συνεχώς ρωτούσαν. Τον βρήκαν λέει, μέσα στο ναό, να μιλάει στους ιερείς και να ρωτιέται από τους ιερείς. Κι όταν απόρησε η μητέρα του και είπε βρε παιδάκι μου που ήσουνα; εμείς αγωνιούσαμε όλες αυτές τις ώρες. Και εκείνος σαν να μη συνέβαινε τίποτα, είπε καλά δεν ξέρετε ότι εγώ «εν τοις οίκοις του πατρός μου βρίσκομαι; (δεν ξέρετε ότι εγώ εκεί που αναπαύομαι είναι ο οίκος του Κυρίου μου;)».

            Καταλάβατε; ήτανε ο φυσικός του τόπος. Όπως ψάλουμε στο Δαυίδ εκεί, «εξελεξάμην παραρριπείσθαι εν τω οίκω του Θεού μου μάλλον ή … εν σκηνώμασι αμαρτωλών (εξέλεξα να ριφθώ κάτω στο δάπεδο του οίκου του Θεού παρά να κατασκηνώνω σε κατοικίες αμαρτωλών)». Και αλλού ο Χριστός όταν εξέβαλε από τον οίκο του, τους πωλούντας και αγοράζοντας, είπαν οι μαθηταί: «κοίταξε τι ζήλο έχει για τον οίκο του». Υπενθυμίζει το ευαγγέλιο και λέει ότι:« ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγε με ( με κατασπαράσσει ο ζήλος για τον οίκο του Θεού». Και άλλες ώρες βλέπουμε μετά την είσοδο στη διδασκαλία του Χριστού, να παρουσιάζει την ένδοξη παρουσία του ο Χριστός. Άλλοτε να τον τιμούν οι άνθρωποι και άλλοτε να τον διώκουν άλλοι. Πολλές φορές οι ευεργετούμενοι να του ποτίζουν φαρμακερό ποτήρι. Αν είναι αλήθεια αυτό που λέει η άγραφη παράδοση ότι αυτός που εράπισε το Χριστό, σκαμπίλισε το Χριστό, εκεί στον οίκο του Καϊάφα, ήταν ο δούλος εκείνος που είχε τριάντα οκτώ χρόνια παράλυτος. Και γι αυτό και μίλησε ο Χριστός εκείνη τη στιγμή και είπε:« ει κακώς ελάλησα μαρτύρησον περί του κακού, ει δε καλώς τι με δέρεις;». Αλλιώς και άλλοι τον κτυπούσαν και σε κανένα άλλον δεν  διαμαρτυρήθηκε, εράπιζον αυτόν συνεχώς λέει και έτυπτον αυτόν στην κεφαλήν με το καλάμι, και σε κανένα δεν απαντούσε, αλλά απάντησε σ’ αυτόν και το χαρακτηριστικό ακριβώς είναι γιατί απάντησε σε έναν που ευεργέτησε και μάλιστα μια ευεργεσία σπάνια.

            Έχουμε την ένδοξη παρουσία της Θεότητος του πάνω στο Θαβώρ, που όμως την είδαν μόνο τρεις μαθητές και κείνοι την είδαν εκτάκτως θα λέγαμε και έπεσαν κάτω δεν μπόρεσαν να τη βαστάξουν. Έχομε τα θαύματα εκεί που έκανε, καλά στους παραλυτικούς και τυφλούς και λοιπά, όταν πλάθει και φτιάχνει το μάτι του τυφλού είναι σαν να κάνει μια δημιουργία, λέει ο Χρυσόστομος, η δημιουργία του ανθρώπου λέει   έγινε από λεπτήν κόνιν, το σώμα του. Εδώ έκανε το ίδιο και ο Χριστός, έφτυσε χαμαί στη σκόνη επάνω, έκανε πηλό και άλειψε τους οφθαλμούς. Και έφτιαξε μάτια στον εκ γενετή τυφλό. Έχομε την μεγάλη θαυματουργία που γιορτάσαμε χθες, του τετραημέρου στο μνήμα Λαζάρου και άλλες νεκραναστάσεις έκανε αλλά ήτανε μόλις είχαν πεθάνει. Η κόρη του Ιαείρου, ο νέος εκεί της Ναϊν, αλλά ετούτο εδώ το θαύμα ήτανε μέγιστο θαύμα γιατί ήταν τέσσερις μέρες μέσα στον τάφο κι άρχισε να λιώνει να αποσυντίθεται. Και βλέπουμε τη μεγάλη του Θεϊκή παρουσία και θεουργία να επαναφέρει στη ζωή τον φίλο του τον Λάζαρο. Γιατί αγαπούσε το Λάζαρο όπως λέει η γραφή, και τη Μάρθα και τη Μαρία, ήταν φαίνεται άνθρωποι που τιμούσαν πολύ το Χριστό. Και έχομε και ένα σωρό άλλα. Μετά απ’ αυτή την ένδοξη ανάσταση που έκανε στον Λάζαρο, ο κόσμος θορυβήθηκε, άρχισε να μαθαίνει το γεγονός και τρέχανε πολλοί στη Βηθανία που είναι δυόμισι χιλιόμετρα από την Ιερουσαλήμ,  τρέχανε να δουν τον Ιησού αλλά να δουν και τον Λάζαρο. Να διαπιστώσουν από κοντά είναι έτσι ή δεν είναι; Κι όταν πλέον διαπίστωσαν αυτό και θέλησε ο Χριστός να μπει στα Ιεροσόλυμα, ξέρετε σε μια περίοδο που τον εδίωκαν οι εβραίοι, έψαχναν να τον βρουν και να τον σκοτώσουν. Που το βλέπουμε αυτό; το βλέπουμε ότι έφυγε απ’ τα Ιεροσόλυμα ο Χριστός και πήγε στην έρημο, και εκεί στην έρημο πληροφόρησε τους μαθητάς του ότι Λάζαρος εκοιμήθη (ο Λάζαρος απέθανε). Και χαίρω λέει γιατί δεν είμαι κοντά. Γιατί δεν είμαι κοντά; Να διαπιστωθεί ότι δεν είναι ένα τεχνικό θαύμα η ανάσταση όπως λένε πολλοί ορθολογιστές τη σύγχρονη κυρίως εποχή. Πολλοί αμφισβήτησαν τα θαύματα του Χριστού, αλλά στην εποχή μας υπάρχουν ειδικοί άνθρωποι που αμφισβητούν και τον ίδιο τον Χριστό και κυρίως τα θαύματα του, και άλλοι αλλοιώνουν τη ζωή του Χριστού, όταν λέει το ευαγγέλιο επί παραδείγματι «ηγάπα λέει ο Χριστός την Μαρίαν και την Μάρθαν και τον αδελφόν αυτών τον Λάζαρον, πολλοί μπαίνουν στο πειρασμό το πονηρό και φτιάχνουν έργα και γράφουν βιβλία, κατηγορώντας με το πιο αισχρά και πονηρά λόγια τον άμεμπτο Θεάνθρωπο, πρέπει να υπάρχει μεγάλη θρασύτητα και μεγάλη άγνοια και ταυτοχρόνως μεγάλη καταφρόνηση όπου η καταφρόνηση όπως λέει η γραφή έρχεται από το βάθος της κακίας, όποιος φτάσει εις βάθος κακίας τότε καταφρονεί. Είναι μία κατάσταση του ανθρώπου που δεν πάει παραπέρα. Οπότε τότε αρχίζει να καταφρονεί και να υβρίζει και να λοιδορεί κυρίως όσοι του αποκαλύπτουν αυτό το εσωτερικό άλγος. Όσοι έχουν μια διαφορετική ζωή, ένα διαφορετικό τρόπο ζωής, αμέσως γίνονται στόχος.

            Η ένδοξη λοιπόν είσοδος στα Ιεροσόλυμα του Χριστού ήταν αποτέλεσμα δύο παραγόντων, πρώτον του λαού του Θεού, ο οποίος έβλεπε εδώ θαυμαστά, ουδέποτε έγιναν τέτοια πράγματα, δεν είδαμε στον Ισραήλ ποτέ τέτοια πράγματα, ούτε ακούσαμε, ήταν πρωτοφανή αυτά, και επομένως πολλοί παίρνανε το Χριστό όχι ως απλό προφήτη, γιατί οι προφήτες δεν κάνανε τέτοια πράγματα, αλλά τον παίρνανε ως τον Χριστό και επειδή δεν είχανε σωστή έννοια για το Χριστό, γι’ αυτό τον θεωρούσαν ότι ήταν ο Χριστός ο κοσμοκράτωρ εκείνος ο οποίος θα τους απελευθέρωνε πρώτα από τη δουλεία των Ρωμαίων και όποιων άλλων εχθρών του Ισραήλ, και εν συνεχεία θα επικρατούσε σε όλο τον κόσμο. Γι’ αυτό κι ο Χριστός βλέπετε από τη μια μεριά παρουσιάζει τη δόξα του, και για μια στιγμή όταν τον παίρνουν για να τον αποθεώσουν, λάθρα φεύγει. Για να μην πέσει θα λέγαμε στη λακούβα και στη παγίδα αυτονών που τον βλέπουν ως ένα κοσμοκράτορα. Έφυγε λοιπόν ο Χριστός στην έρημο και από εκεί για να επανέλθω από εκεί γνώρισε στους μαθητάς ότι πέθανε ο Λάζαρος. Κι όταν είπε πάμε λοιπόν να δούμε τον φίλο μας τον Λάζαρο, οι μαθηταί διαμαρτυρήθηκαν, μα προ λίγου ήσουν εκεί, εάν θα ξαναπάς είναι έτοιμοι να σε πιάσουν, που πας; και μάλιστα ο Θωμάς τον ειρωνεύτηκε και λίγο, όταν τελικά ο Χριστός αποφάσισε να επανέλθει. Τον ειρωνεύτηκε και είπε στους μαθητάς «άντε λοιπόν πάμε να πεθάνουμε μαζί του και μεις». Αφού έχει πάρει απόφαση να μπεί μέσα στο πειρασμό του σταυρού, γιατί εκεί τους γνωστοποίησε ότι θα πάθει ο υιός του ανθρώπου, θα σταυρωθεί και τη Τρίτη ημέρα θα αναστηθεί. Και κάποιος απόστολος του είπε «αν είναι δυνατόν Κύριε να αποφύγεις πάση θυσία αυτήν τη θυσία», και ξέρετε πως τον ονόμασε τον Πέτρο; ο Πέτρος το είπε, «ήπαγε οπίσω σατανά» του λέει.

            Ο σταυρός λοιπόν είναι, όπως έλεγα και χθες, ένα γεγονός που για το Χριστό είναι η μεγαλύτερη θα λέγαμε αναδημιουργία, το μεγαλύτερο μέσον αναδημιουργίας του ανθρώπου και την ώρα που κάποιος εμποδίζει αυτό το έργο του ανθρώπου, τον ονομάζει σατανά. Ξέρετε σατανά, εκτός από το σατανά, μια φορά που το είπε στην έρημο δεν ξαναονόμασε ο Χριστός κανέναν. Απόγονους του διαβόλου, τέτοια πράγματα, έχιδνες, ξέρω γω πως το λέει εκεί μπορεί να ονόμασε αλλά σατανά κατ’ ευθείαν ονόμασε τον σατανά στην έρημο και τον Πέτρο, που εκείνη τη στιγμή επιτελούσε το έργο του σατανά και μάλιστα του λέει ότι «ήπαγε όπισω μου σατανά γιατί ου φρονείς τα του Θεού αλλά τα των ανθρώπων (εσύ θέλεις όπως οι άλλοι, να με δοξάσουν ως άνθρωπο, αλλά εγώ θέλω να δοξαστώ ως Θεός αγάπης, να μπω μέσα στη θυσία και η πρώτη δόξα του Θεού είναι ο σταυρός».              

               Δόξα λοιπόν για το Χριστό δεν είναι αυτά τόσο, όσο ο σταυρός και η ανάσταση και η ανάληψη του. Γιατί λοιπόν δέχθηκε να μπει μέσα στα Ιεροσόλυμα; Ο πρώτος λόγος ήταν γιατί ο λαός ξεσηκώθηκε και ήθελε να δείξει τη δύναμη του, ότι ήρθε πλέον ο μεσσίας και  πρέπει να τον παρουσιάσουμε, να τον δείξουμε στον λαό  και μάλιστα στους Φαρισαίους που τον κυνηγάνε. Και απ’ την άλλη μεριά, να επαληθευτούν οι γραφές. Γράφτηκαν για το Χριστό μερικά πράγματα και έπρεπε να γίνουν πλέον οι επαληθεύσεις. «Θάρσει θύγατερ Σιών, ειδού έρχεται επί πόλου όνου ο βασιλεύ», και έστρωναν λέει, όπως λέει η γραφή, βαϊα κλάδων. Τα βαϊα των κλάδων δεν είναι αυτά που δίνουμε εμείς, αυτά είναι τα βάια που υπάρχουν εδώ. Εκεί υπάρχουν άλλα βάια και μάλιστα κάποιος φίλος μου ιερομόναχος μου’ στειλε εφέτος δυό τέτοια βάια, τά ‘χουμε μέσα στο ιερό. Όποιος θέλει να πάει να τα δει, είναι φοίνικες με λεπτά φύλλα σαν ψεύτικοι, είναι πάρα πολύ ωραίοι. Αυτή την εποχή είναι τρυφερά, και βγαίνουν και φαίνεται αυτά κόβαν και στρώνανε κάτω για να περάσει ο Χριστός. Και πέρασε πάνω σε ένα πουλαράκι της όνου, απλός αλλά μεγαλοπρεπής και μπήκε μέσα στη πόλη των Ιεροσολύμων, και αμέσως την ώρα που ο λαός επευφημούσε και έλεγε «ωσαννά τω υιώ Δαυίδ (ζήτω θα λέγαμε σήμερα)» πως όταν βγαίνει ένας πρωθυπουργός στο μπαλκόνι, έτσι επευφημούσε ο λαός, αλλά οι άρχοντες του λαού από κάτω ψήνονταν μέσα στη ψυχή τους. Και ξέροντας αυτό ο Χριστός λάθρα πάλι έφυγε από τα Ιεροσόλυμα.

            Να δούμε λιγάκι, να πλησιάσουμε το κείμενο γιατί έχει μερικά σημεία ωραία. «Προ εξ ημερών του Πάσχα ήρθε ο Ιησούς εις Βηθανίαν, όπου ην Λάζαρος ο τεθνηκώς ον ήγειρεν εκ νεκρών». Στη Βηθανία πήγε ο Χριστός λοιπόν πριν από έξη μέρες, το Πάσχα των εβραίων ήταν το Σάββατο, δεν ήταν Κυριακή, Σάββατο λοιπόν πριν έξη μέρες είναι η Κυριακή η δική μας των Βαϊων. Εκεί ήταν ο Λάζαρος που πέθανε, τον οποίον ανέστησε από τους νεκρούς και εκεί στη Βηθανία, έκανε δείπνο, κάθησε να φάει μετά από το γεγονός. Πως κάνουμε εμείς όταν έχουμε ένα πανηγύρι, έχει ένα γάμο μια οικογένεια, έχουμε μια κουρά εμείς, έχουμε μια χειροτονία, έχουμε ένα γεγονός, μια πανύγυρη, μετά από τη απόλαυση αυτής της πανυγύρεως, στρώνουμε και τράπεζα. «Εποίησαν ουν αυτώ δείπνον εκεί» Ποιός έφτιαξε το δείπνο; η Μάρθα και η Μαρία. «Ην δε ο Λάζαρος εις ην των ανακειμένων συν αυτώ» (μαζί στο δείπνο ήταν και ο Λάζαρος). Αυτός που είχε κλείσει και στόμα και στομάχια, τώρα μπήκε στο δείπνο και άρχισε να τρώει. Ο Λάζαρος λοιπόν, ήταν ένας από τους ανακειμένους. Η Μαρία λαβούσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικής πολυτίμου, ήλειψε τους πόδας του Ιησού και εξέμαξε ταις θριξίν αυτής τους πόδας αυτού, η δε οικία επληρώθη εκ της οσμής του μύρου» (Η Μαρία λοιπόν, αυτή η ωραία γυναίκα, η αδελφή του Λαζάρου, δεν είναι η πόρνη που είναι σε άλλη περίπτωση, έτσι; Ετούτη εδώ είναι η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου. Γιατί υπάρχουνε σε δυό τρία σημεία που κάποιες γυναίκες έχυσαν μύρο στα πόδια του Χριστού και στη κεφαλή. Εδώ η Μαρία  «λαβούσα λύτρον μύρου νάρδου πιστικής πολυτίμου ήλειψε τους πόδας του Ιησού» (δεν μιλάει για το κεφάλι, ήλειψε τους πόδας του Ιησού) και άνοιξε τα μαλιά της και σκούπισε το μύρο με τα μαλλιά της. Τι εξοικείωση έ; τι οικειότητα, μιας αγνής παρθένου, μιας αγνής κοπέλας, όταν έβλεπε το μεγαλείο του Θεού μπροστά. Απορώ πόσο χαλασμένος λογισμός των ανθρώπων , όταν βλέπει αυτή τη σκηνή, πάει αμέσως στο πονηρό. Δεν μπορεί να σκεφτεί ότι υπάρχουν και εκδηλώσεις έτσι στοργικές και εκδηλώσεις όμορφες αγάπης τέτοιες που δεν έχουν κανένα είδος πονηρίας πίσω, καμιά εξωτερική εμφάνεια πονηρίας, πάνε αυτοί σώνει και καλά να βγάλουνε από τη μύγα ξύγκι που λέμε, σώνει και καλά να βγάλουνε το πονηρό. Εδώ, επιτρέπει ο Χριστός αυτό το πράγμα, γιατί; γιατί πρώτον θέλει να αφήσει να χυθεί η καρδιά η ευγνωμονούσα καρδιά της Μαρίας και της Μάρθας και του Λαζάρου, γιατί ποιος δεν θα τόκανε αυτό; Ένας δικός του συγγενής τέσσερις μέρες στο τάφο και για μια στιγμή να τον βλέπουν δίπλα στο τραπέζι, ποιος δεν θα τόκανε αυτό, μικρός και μεγάλος; ότι είχε το πολυτιμότερο θα το προσέφερε στο Χριστό εκείνη την στιγμή.

              Ελάτε σ’ αυτή τη σκηνή και σ’ αυτή την έκφραση της ευγνωμοσύνης και την αφήνει ο Θεός, να εκφράσει αυτή την ευγνωμοσύνη της. Μόνο εδώ, πονηρά σκέφτεται όχι πονηρά με την έννοια τη σαρκική, αλλά με την έννοια τη φιλοχρηματική πονηρά «εις εκ των μαθητών» δεν τον αναφέρει εδώ, αλλά αλλού αναφέρεται ότι ήταν ο Ιούδας.  «Λέγει εις εκ των μαθητών αυτού, Ιούδας Σίμωνος Ισκαριώτης, (α το λέει το όνομα του) ο μέλλων αυτόν παραδιδόναι, διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων (σπουδαία τα χόρτα τριακόσια δηνάρια τι ήταν τότε; ήταν θα λέγαμε τριακόσια ευρώ σήμερα και λιγώτερο ίσως)». «Τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχοίς» Μπράβο του πόσο είχε λαχτάρα για τους πτωχούς, αλλά ο ευαγγελιστής εδώ Ιωάννης, ο οποίος έγραψε το ευαγγέλιο, γύρω στο τέλος του 1ου αιώνος και στις αρχές του 2ου αιώνος, τόγραψε λένε οι μεταφραστές, τόγραψε αυτό το ευαγγέλιο για δυο λόγους, πρώτον, να αναφέρει το θαύμα του Λαζάρου, γιατί δεν το αναφέρει κανένας άλλος ευαγγελιστής, και ο λόγος που δεν το αναφέρει είναι γιατί ο Λάζαρος ζούσε όταν έγραφαν οι άλλοι τα ευαγγέλια, ο Λάζαρος ζούσε, τα ευαγγάλια των άλλων ευαγγελιστών είναι γύρω στο 50 με 60 μ.Χ. , ο Λάζαρος λοιπόν ήταν επίσκοπος στη Κύπρο, τον είχαν κάνει   οι ίδιοι οι μαθηταί, επίσκοπο στην Κύπρο και ζούσε ακόμη και δεν αναφέρανε το γεγονός, όταν έγραψε ο Ιωάννης το ευαγγέλιο είχε πεθάνει πλεόν ο Λάζαρος και έπρεπε να μείνει το γεγονός αυτό ανεξίτηλο. Πρώτος είναι αυτός ο λόγος, και ο δεύτερος ο λόγος που έγραψε ο Ιωάννης είναι, επειδή είναι αποκαλυπτικός ευαγγελιστής, είναι διότι έπρεπε να αφήσει όχι την ιστορικοκοικωνική πλευρά μόνο του ευαγγελίου, και την τέλος πάντων αποκαλυπτική είσοδο του Θεού προς τον κόσμο, αλλά τη θεολογική πλευρά, ήθελε να παρουσιάσει στον κόσμο, εκείνα τα λόγια, που είπε ο Χριστός σε ότι αφορούσε όχι μόνο τη λύτρωση, την ενσάρκωση του αλλά ότι αφορούσε την εν ουρανοίς Θεότητα του. Γι’ αυτό και βλέπετε στον ευαγγελιστή Ιωάννη να γράφει ότι «εγώ και ο πατήρ εν εσμέν» «ο πατήρ εκπέμπει τον παράκλητον» «δι εμού εκπέμπεται ο Παράκλητος» είναι μια θεολογική θέση, «ο Πατήρ μου μείζων μου εστί», και πρέπει κανείς να ερμηνεύει τι σημαίνει  «ο Πατήρ μου μείζων μου εστί» του Χριστού, είναι όλο το ευαγγέλιο εκείνο που διαβάζουμε το πρώτο ευαγγέλιο της μεγάλης Πέμπτης, είναι το θεολογικό ευαγγέλιο του Ιωάννου.  Άφησε το ευαγγέλιο του αυτό ο Ιωάννης, είναι και να δώσει στον κόσμο την πληροφορία της μεγάλης νεκραναστάσεως του Λαζάρου, αλλά και κυρίως να αρχίζει να μιλάει για την θεότητα του Χριστού αλλά και την Αγία Τριάδα. Ο Ιωάννης είναι εκείνος που λέει, βάζει στο στόμα του Χριστού και λέει: «Εγώ Κύριε ήλθον εις τον κόσμον ίνα φανερώσω το όνομα σου». Μέχρι τότε ήταν άγνωστο, έστω κι ήταν επισκιασμένο στη παλαιά διαθήκη, το όνομα του Θεού δεν το ξέραμε. Το λέγανε και οι εβραίοι Θεός, αδωνα ή ξέρω ελοχίμ, λέγανε πολλοί για θεότητες κλπ, αλλά ποιο είναι συγκεκριμένα το όνομα του Θεού δεν το ξέρουμε και εμείς το μάθαμε και το λέμε κάθε μέρα, «εις το όνομα,το όνομα του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος» κανονικά είναι λάθος εδώ γραμματικό δεν είναι; Έπρεπε να λέει εφόσον είναι τρία, στα ονόματα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, δεν είναι λάθος, το όνομα είναι εις Θεός, τα τρία πρόσωπα που δεν καταλύουν την μία θεότητα, είναι τα πρόσωπα ακριβώς της θεότητος, οι ειδικές παρουσίες της θεότητος, η κοινωνία της Αγίας Τριάδος, δεν είναι ακοινώτητος ο Θεός, γι’ αυτό και έκανε κοινωνίες όταν έφτιαξε τα δημιουργήματα του και τις καλύτερες ομορφότερες κοινωνίες που έκανε ήτανε οι ανθρώπινες και οι αγγελικές. Κατά, θα λέγαμε, αποτύπωσιν του εαυτού του, της κοινωνίας της Αγίας Τριάδος. Γι’ αυτό και όχι απλώς έχουν  κοινωνίες, αλλά είναι λογικές κοινωνίες, υπέρλογες κοινωνίες, είναι κοινωνίες οι οποίες δείχνουν ακριβώς την προσωπική παρουσία και ύπαρξη του Θεού.

            Προσωπική ύπαρξη του Θεού σημαίνει, τα ιδιώματα εκείνα τα χαρακτηριστικά εκείνα ιδιώματα της θεότητος που τα ακτινοβόλησε και στον άνθρωπο, όπως είναι η ελευθερία του, η πλήρης ελευθερία αλλά σαν δημιούργημα στον άνθρωπο έβαλε την ελευθερία τη σχετική ελευθερία επειδή είναι κτιστός ο άνθρωπος, έχει τα ιδιώματα εκείνα τα μεγάλα της αγάπης, που φυτεύτηκαν και στον άνθρωπο, της δικαιοσύνης, που φυτεύτηκαν και στον άνθρωπο, όλων εκείνων των αρετών που για το Θεό είναι πάνω από κάθε έννοια για μας είναι σχετικές πάντα, και απολυτοποιούνται όταν πλησιάζουμε και αγγίζουμε διά των εντολών του τον Θεό, και γινόμαστε και εμείς Θεοί, οπότε αποκτούμε όλα αυτά τα ιδιώματα του Θεού, γενικά η θεότης είναι μία τριαδική προσωπική κοινωνία διά της οποίας   ο άνθρωπος έρχεται σε επαφή και κοινωνία και απολαμβάνει όλον, το όλον μέσα από το ιδιαίτερον.

            Η εκκλησία τελικά αυτό είναι, η ακτινοβολία της Αγίας Τριάδος, έχομε το Χριστό ως κεφαλή, ως πρόσωπο, προσωπική ας πούμε παρουσία, μέσα στην ορατή  εκκλησία και έχουμε τους ανθρώπους ως πρόσωπα πάλι, ως μέλη. Και οπότε αμέσως έρχεται η κοινωνία, κοινωνώ σημαίνει όχι επικοινωνώ μόνο εξωτερικά, αλλά διεισδύει ο ένας μέσα στον άλλον. Έρχομαι σε μία ενότητα χωρίς να χάνω εγώ τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μου  αλλά πληρούμαι από τον άλλον γιατί η φύσις μου είναι κοινή, λόγω της κοινής φύσεως είμαι ένα με τους άλλους. Και λόγω της ιδιαίτερης προσωπικής μου υπάρξεως, που προσωπικά φέρω την κοινήν φύση, είμαι και ιδιαίτερος. Κι’ αυτό είναι το μυστήριο και της Αγίας Τριάδος αλλά και του ανθρώπου, ώστε ως Θεός κοινός, άνθρωπος, βρισκόμαστε και απολαμβάνουμε τον εαυτό μας μέσα στην εκκλησία. Αλλά και ως ιδιαίτερα χαρακτηριστικά χαρίσματα, τα απολαμβάνουμε και προσωπικά. Όχι μόνο κοινά αλλά και προσωπικά.

            Αν δεν υπάρχουν τα πάθη ξέρετε αυτό είναι μια εναρμόνιση μια αρμονία, υψίστου βαθμού. Γι’ αυτό και οι άγιοι είχαν μια κοινωνία, όταν λέμε κοινωνία αγίων που οι πατέρες την ονομάζουν «κοινωνία Θεών με επικεφαλής τον Θεό». Εν μέσω Θεών ο Κύριος παρουσιάζεται ως Θεός. Στους μη Θεούς ο Κύριος δεν παρουσιάζεται, γιατί; διότι ή θα τον απορροφήσουν και θα τον κατασκευάσουν άρχοντα κατά τον εαυτό τους, γι’ αυτό και συνήθως οι άνθρωποι φτιάχνουν και κατασκευάζουν Θεούς τους κατασκευάζουν κατ’ εικόνα και ομοίωσιν εαυτών των ανθρώπων, ή θα τον απορρίψουν, θα τον σφάξουν θα τον βάλουν στον σταυρό. Εάν αποδεχθούμε τον Θεό καθώς εστί, και αποδεχθούμε την θεουργία που θα κάνει ο Θεός  όπως εκείνος θέλει και όπως εμείς, διά της υπακοής, τότε αμέσως μπαίνουμε στη διαδικασία της εν Θεώ θεουργίας, και γινόμαστε Θεοί εν μέσω Θεών, κι αυτή η κοινωνία είναι η ωραιότερη κοινωνία, γι’ αυτό το σκοπό, που έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο. Κι’ αυτό παρουσίασε ο Θεός στον κόσμο, «παρουσίασα στον κόσμο το όνομα σου και το όνομα σου είναι του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, το όνομα της Θεότητος είναι του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος», ήταν άγνωστο μέχρι τότε.    

            Ο Ιωάννης λοιπόν, γράφει θεολογικά, κι όποιοι ερμήνευσαν τον Άγιο Ιωάννη, ονομάστηκαν θεολόγοι, ένας εκ των οποίων είναι ο Άγιος Γρηγόριος και ο έτερος ο Άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος.

            Έχομε λοιπόν σ’αυτή την ωραία κοινωνία που μετά την ανάσταση του Λαζάρου δημιουργήθηκε με το τραπέζι που κάνανε, έχομε αμέσως και το μικρόβιο, ενός μαθητού, ο οποίος θέλησε να παρουσιάσει τη προσωπική του βέβαια, αλλά πεπτωκυία γνώμη, που ήτανε γνώμη διασπαστική και όχι ενωτική. Τι είπε; «κοίταξε σπατάλη που γίνεται, την έντυσε με ένα χρυσό ένδυμα, να παρουσιαστεί στον κόσμο ότι ήτανε μια διαμαρτυρία φυσική, πόσες φορές το κάνουμε αυτό; έχομε μέσα μας ένα φθόνο, κάτι άλλο, και θέλοντας να παρουσιάσουμε αυτό το φθόνο δεν παρουσιάζουμε γυμνό όπως είναι και να πούμε ξέρεις σε ζηλεύω, σε φθονώ, σε κατατρέχω γιατί να κάνεις αυτό εσύ που δεν μπορώ να το κάνω εγώ; αλλά το παρουσιάζουμε  με ένα ένδυμα, ένδυμα ευσεβείας, και λέμε τι έκανες εκεί; και επέτρεψες Κύριε; κατηγοράει το Θεό κατ’ ευθείαν,  πως επέτρεψες Κύριε εσύ να πάει μια τέτοια σπατάλη χαμένη; εδώ τόσοι φτωχοί πεινάνε.

            Σήμερα ιδίως υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι απορρίπτουν το Θεό και την εκκλησία γιατί νομίζουν ότι η εκκλησία δεν ενδιαφέρεται για τα γήινα, ενδιαφέρεται μόνο για τα ουράνια. Και την βλέπεις αυτή τη θεωρία, των συγχρόνων ανθρώπων, να κυκλοφορεί μ’ αυτό το χρυσό δοντάκι. Και να λένε: η εκκλησία; μιλάει μόνο για τη βασιλεία των ουρανών, δεν ενδιαφέρεται για τα άδεια στομάχια των ανθρώπων; η εκκλησία ενδιαφέρεται και για τα άδεια στομάχια, αλλά αν ενδιαφερόταν μόνο για τα άδεια στομάχια, θα έμενε κενή κι αυτή όταν θα ερχόταν η ώρα που θα άδειζαν κυριολεκτικά τα στομάχια των. Η εκκλησία ενδιαφέρεται για να γεμίσει τον άνθρωπο με Θεό, πρωτίστως, «ουκ επ’ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος, αλλ’ εν παντί ρήματι Θεού εκπορευομένου εκ του στόματος του Θεού» που σημαίνει ότι αυτό είναι εκείνο που χορταίνει ουσιαστικά τον άνθρωπο και όχι η τροφή. «Ζητείτε πρώτον την βασιλεία του Θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται». Δεν μας έδωσε , πώς να το πω, μοναδική απσχόληση ημών των εκκλησιαστικών στο πως θα χορτάσουμε το στομάχι των ανθρώπων, μας έδωσε τη δυνατότητα να διδάσκουμε τους ανθρώπους, και να προσφέρουμε στους ανθρώπους, αυτό το αντίσωμα το πνευματικό, τη Θεία χάρη δηλαδή μέσα του, ώστε αυτό να δρα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να βρίσκει όλες τις άλλες λύσεις της βιοτικής  του ζωής μετά ο άνθρωπος. Ο φθόνος όμως παρουσιάζεται εδώ, γιατί λέει, το αναφέρει ο Άγιος ο Ιωάννης πολύ χαρακτηριστικά, «αυτός λεέι, ουχ ότι περί των πτωχών έμελλε, είπε δε τούτο ουχ, ότι περί των πτωχών φρόντιζε, δεν φρόντιζε για τους πτωχούς και τον παρουσιάζει εδώ ότι δεν φρόντιζε για τους πτωχούς γιατί ήξερε ο Ιωάννης όπως και όλοι οι μαθηταί, δώδεκα ήταν, δεν καταλάβαιναν; αυτός λέέι είχε το γλωσσόκομον, δεν ξέρω αν είναι η ετυμολογία αυτής της λέξεως, οι φιλόλογοι θα μας πουν γιατί σκέφθηκα μέσα, γλωσσόκομον είναι με δυό σίγμα, από τη γλώσσα πρέπει να ‘ναι, και από το κομίζω, ότι κομίζω για τη γλώσσα, το σακουλάκι δηλαδή που έχει μέσα χρήματα είναι προορισμένα για να βρεις φαγητά, να  μπουν στη γλώσσα, να μπουν στο σώμα, δεν ξέρω αν είναι αυτή η ετυμολογία, μπορεί να έχει και αυτό, αλλά πάντως εδώ το βλέπουμε  γλώσσα έχει οπωσδήποτε και το κομίζω μπορεί να είναι αλλά τέλος πάντων ήταν το σακουλάκι που είχε, ήταν ο ταμίας της παρέας, που το είχε αυτός και επίτηδες του είχε δώσει ο Χριστός σ’ αυτόν γιατί ήξερε ότι ήταν φιλάργυρος. Σου λέει αγαπάς πολύ το χρήμα; πάρε και το σακούλι να το’χεις. Και αυτός λοιπόν, που είχε το σακούλι λέει «το γλωσσόκομον και τα βαλλόμενα εβάσταζε». ¨όταν πηγαίνανε στα χωριά από δω και από κει και έπαιρναν τον οβολό, όλοι λέγανε σε ποιόν να το δώσετε;  στον Ιούδα. Αυτός λοιπόν, δεν τα βάζε όλα μέσα στο σακούλι, κάπου τα βάζε και σε μια άλλη τσέπη. «Τα βαλλόμενα λέέι εβάσταζε», εκείνη τη στιγμή που τα βάζανε , τα βάζανε στο σακουλάκι,         

-Ακροατής: για τα γηρατειά.

-Γέροντας: ναι, για τα γηρατειά. Το επιγονάτιον, που φοράμε εμείς οι ιερείς, ξέρετε είναι εξέλιξη, αυτού του σακουλιού. Γιατί, υπήρχε ιδικό οφίκιο στον λεγόμενο οικονόμο. Ο οικονόμος μιας Μητροπόλεως, δεν είχε τότε βαλίτσες και τσάντες, δεν φτιάχναν τότε, σακουλάκια ήταν, το βαζε μέσα από το ράσο το σακούλι και κρεμόταν στα δεξιά στα πλάγια. Γι’ αυτό όταν τώρα πρέπει να πάρει κάποιος ιερεύς αυτό το οφίκιο, είναι το οφφίκιο του οικονόμου. Και δε βάλει σακούλι βέβαια, αλλά έχει το επιγονάτιο. Εξέλιξη αυτής της ειδικής, ε …έτσι; «Είπεν ουν ο Ιησούς άφες αυτήν, εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό». Κοιτάξτε εδώ με τι λεπτότητα ο Κύριος φέρεται. Δεν τον προσβάλλει όπως θα κάναμε εμείς, μάλιστα όταν θα ξέραμε κάποιον, κι αν δεν το λέγαμε μπροστά στους άλλους θα το κάναμε με μορφασμό: τι μας λες τώρα εσύ, έτσι θα κάναμε,  τι μας λες, εσύ για τους πτωχούς ενδιαφέρεσαι; Ο Κύριος όμως ατάραχος, άφησε την της λέει, σαν να μην συνέβαινε τίποτα, σαν να μη ήξερε ο Χριστός ότι αυτός κλέβει, άφησε την , ξέρεις γιατί πρέπει να την αφήσεις; Γιατί αυτή δεν τόκανε τώρα έτσι για να κάνει μια σπατάλη, που λες εσύ, αυτή τόκανε και προέλαβε τον ενταφιασμό μου. Δηλαδή, σ’ αυτήν την ώρα αναφέρεται αυτή, επειδή δεν θα μπορέσει να ρθει στο τάφο μου αλείβει απ’ αυτή τη στιγμή.  Τον τάφο τον σφαλίζουν οι στρατιώτες, δεν μπορεί να πάει οποιοσδήποτε, γι’ αυτό λοιπόν, κι όταν πήγαν οι μυροφόρες, πήγαν ν’ αλείψουν τον τάφο, όχι τον ενταφιασθέντα,  ήθελαν να σηκώσουν το λιθάρι δεν μπορούσαν, και έπρεπε να βρουν κάποιον να το σηκώσει, αν δεν μπορούσαν να βρουν κάποιον θα ’ρίχναν από πάνω το μύρο. Όμως ο Χριστός το δέχεται μ’ αυτόν τον τρόπο το μύρο, ότι εγώ, έχω και γω κάποια αξία σαν να τους έλεγε, τουλάχιστον στο θάνατο μου

ε ας μου κάνετε και σεις ένα δώρο. Είναι αξιαγάπητος ο Χριστός και θέλει όλα τα υπάρχοντα μας να τα δίνουμε σε κείνον και όλη την καρδιά μας, αλλά εμείς είμαστε φειδωλοί, και ότι αναφέρεται στο Θεό αμέσως λέμε όχι, θα δώσω πρώτα για όλες τις ανάγκες μου και πάρε και συ ή ο πτωχός ή ξέρω γω κάποιο φιλοδώρημα σε κάποιο ίδρυμα, πάρε και συ κάτι που με περισσεύει. Ο άνθρωπος όμως που έχει καρδιά αγαπώσα, δίνει στο Θεό και σαν νεκρό αλλά και σαν ζωντανό ότι έχει και δεν έχει. Και λέει τους πτωχούς ρε άνθρωπε τους έχετε πάντα μαζί σας, εμένα δεν θα μ’ έχετε πάντα, μια φορά το κάνει αυτή.

            «Έγνω ουν όχλος πολύς εκ των Ιουδαίων ότι εκεί εστί, και ήλθον ου διά τον Ιησούν μόνον αλλ’ ίνα και τον Λάζαρον ίδωσιν ον ήγειρεν εκ νεκρών». Γνώρισαν οι Ιουδαίοι, ο όχλος ο πολύς, πως παίρνουν μυρωδιά έ; τα νέα πως μαθαίνονται; Αμέσως, σήμερα ιδίως μαθαίνονται από τη μια άκρη της γης στην άλλη, αλλά και τότε ''ψιψί ψιψί'' από γλώσσα σε γλώσσα, μαθευόντουσαν που είναι ο Χριστός και τρέχανε κατ’ ευθείαν. Τα νέα μαθαίνονται εύκολα, ιδίως τα κακά νέα αμέσως μαθαίνονται. Και πήγαν να δουν το Χριστό αλλά να δουν κυρίως από περιέργεια και το Λάζαρο που άκουγαν ότι τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς.

            Από τη μια μεριά έκαναν, ο αγαθός λαός αυτή τη πράξη, από την άλλη μεριά όμως έχουμε τους αρχιερείς, έχομε τους άρχοντες του λαού, οι οποίοι «εβουλεύσαντο ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι’ αυτόν υπήγον των Ιουδαίων και επίστευον εις τον Ιησούν».  Κοιτάξτε φθόνος ε; κοιτάξτε κακότητα. Ενώ εδίωκαν τον Χριστό  και ήταν έτοιμοι να τον πιάσουν, για μια στιγμή τους παρουσιάζεται ο Χριστός ως θαυματουργός δηλαδή μέγιστος θαυματουργός, ανασταίνει ένα άνθρωπο μεγάλον. Και τώρα τι να δικαιολογηθούν στους Ιουδαίους; θα’ χαν συνέχεια την απόδειξη του Λαζάρου, ποιόν πάτε να σταυρώσετε; ποιόν πάτε να κτυπήσετε; ποιον πάτε να καταδικάσετε; Αυτόν που ανέστησε τον Λάζαρο; και στο ερώτημα πούντος αυτός εδώ; Νάτος. Γι’ αυτό λοιπόν λένε ας σκοτώσουμε και τον Λάζαρο πάλι να πάει από εκεί που ήρθε, για να μην έχουνε οι άνθρωποι να λένε ότι να εξ αιτίας του Λαζάρου πιστεύουμε σ’ αυτόν. Κοιτάξτε το βάθος της κακίας τους, και ταυτοχρόνως και της ανοησίας, δηλαδή αν τον σκοτώσεις πάλι δεν θα διαδοθεί ότι έκανες και ένα ακόμη έγκλημα; και δεν θα υπάρχουν άνθρωποι να πουν, αυτοί πιστεύουν σ’ αυτό που έχουμε και εμείς σήμερα στο πάσα θάμα τρεις ημέρες, πιστεύουν στο ξέχασμα. Σου λέει θα το σκοτώσουμε θα ξεχαστεί. Όσο είναι όμως ζωντανός δεν ξεχνιέται, γι’ αυτό και λένε, η ιστορία του Λαζάρου λέει ότι έφυγε πολύ νωρίς ο Λάζαρος από τα Ιεροσόλυμα και πήγε στη Κύπρο, κατέφυγε στην Κύπρο πολύ νωρίς. Και ίσως ήτανε εξαιτίας του φθόνου των αρχιερέων.

Δεν μπορούσε να μείνει εκεί. Και μάλιστα αναφέρει η ιστορία, διαβάζαμε προχθές στο συναξάρι, αναφέρει ότι ο Λάζαρος ήταν πάντα αγέλαστος, αγέλαστος, δεν γελούσε ποτέ. Λέγεται μάλιστα πάλι το άνεφερε το συναξάρι, μια φορά στη ζωή του γέλασε όταν είδε έναν άνθρωπο να κλέβει ένα λαγήνι, μια στάμνα. Ένας πηλός έκλεψε τον άλλο πηλό. 

            «Εβουλεύσαντο δε οι αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι’ αυτόν υπήγον των Ιουδαίων» εξαιτίας λοιπόν του Λαζάρου έφευγαν οι Ιουδαίοι προς την πλευρά εκείνη, και με πίστευαν εις τον Ιησούν. Αυτοί λάθρα, ο λαός φανερά. «Τη επαύριον όχλος πολύς ο ελθών εις την εορτήν, ακούσαντες ότι έρχεται Ιησούς εις Ιεροσόλυμα, έλαβον τα βάια των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ και έκραζον ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» ζήτω, ζήτω, θα λέγαμε εμείς. Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, αμέσως κατάλαβαν ότι εδώ είναι κάτι άλλο. Ευλογημένος ο ερχόμενος, δεν είπε ούτε ο ελθών, έτσι, ο ερχόμενος, που σημαίνει ο Χριστός δεν ήλθε μια φορά, ο Χριστός στον κόσμο έρχεται συνεχώς. Είναι προφητικός ο λόγος εδώ, έτσι;     είναι προφητικός ο λόγος, ο ερχόμενος, ήρθε άπαξ ο Χριστός, ετελείωσε το έργο του στη γη, έρχεται κάθε μέρα, με το να σαρκούται στην αγία τράπεζα. Ο ερχόμενος, γι’ αυτό και ονομάζεται με τα τρία ονόματα στην αποκάλυψη, ο Ων, αυτός που είναι πάντα, ο Ην, αυτός που ήταν στο παρελθόν, και ο ερχόμενος, αυτός που συνεχώς έρχεται. Δηλαδή είναι και ο ων, ως ύπαρξη τριαδική, και αυτός που ήταν πριν γίνει άνθρωπος, αλλά και αυτός που κυκλοφορεί μέσα στο κόσμο, μέσα στο χρόνο συνεχώς. Ο ων ως κάτοικος, ο ην ως Θεός μόνο πριν γίνει άνθρωπος, και ο ερχόμενος είναι ο θεάνθρωπος που συνεχώς βρίσκεται μέσα στα κτίσματα του, μέσα στη κτίση του.

            «Βασιλεύς του Ισραήλ» τον ονομάζουν, είδατε, ενώ μιλάνε τον προφητικό λόγο ευλογημένος ο ερχόμενος, αμέσως το στρέφουν και στη βασιλεία, σου λέει εδώ ήρθε η ευκαιρία, ήρθε η ώρα να απολαύσουμε και εμείς την ελευθερία μας.

            Οι εβραίοι, ξέρετε ήταν επί χρόνια, επί αιώνες ολοκλήρους ήταν καταδυναστευόμενος λαός, από τους γύρω μεγάλους λαούς, από τους Βαβυλωνίους, από τους Πέρσας, από τους Έλληνας, Μέγα Αλέξανδρο, από τους Ρωμαίους, που ήταν και οι πιο αυστηροί θα λέγαμε διοίκηση οι Ρωμαίοι. Οι Ρωμαίοι κατέστρεψαν τελικά το Ισραήλ, που δεν το κατέστρεψε κανείς άλλος, τόσο πολύ. Οι Ρωμαίοι το εξαφάνισαν το Ισραήλ κυριολεκτικά και επετεύχθη η προφητεία εδώ, γιατί το εξαφάνισαν το Ισραήλ, γιατί το Ισραήλ πάντα ήταν αντιδραστικό σε κάθε εξουσία, όπως είμαστε εμείς οι έλληνες δεν μπορούμε εύκολα να δεχτούμε εξουσία από πάνω μας, και όταν αιχμαλωτίζοντο δεν έπαυαν να υπάρχουν. Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν έξυπνος και κατάλαβε αυτή την μανία των εβραίων γι’ αυτό τους προσεταιρίσθηκε με άλλο τρόπο, θέλησε να τους φτιάξει το ναό, ήθελε να τους φτιάξει το ναό ο Μέγας Αλέξανδρος, και επεχείρησε να τους φτιάξει το ναό αλλά δεν μπόρεσε. Λοιπόν, οι Εβραίοι όμως όταν έγινε τελικά η επικράτηση, δόθηκε τέτοια μεγάλη καταστροφή κυρίως το 70 μ.Χ. που το προφήτευσε και ο Χριστός, ώστε δεν έμεινε λίθος επί λίθον. Δεν υπήρξε πουθενά σημάδι των εβραίων. Τότε χάθηκε και ο Γολγοθά και ο σταυρός, όλα χάθηκαν εκείνη την εποχή. Δεν ξέραμε που ήταν ο σταυρός, διά θαύματος από την Αγία Ελένη βρέθηκε μετά από χρόνια ο σταυρός εκεί που ήταν τα νεκροταφεία. Χάθηκαν τα σημεία της παρουσίας του Χριστού ας πούμε ο Γολγοθάς και ο Τάφος. Μετά όταν έδωσε η Ελένη διαταγή και έσκαψαν, τότε βρέθηκαν όλα αυτά. Και διά θαύματος βρέθηκε ο σταυρός του Χριστού που θαυματούργησε κάνοντας μια νεκρανάσταση.

            Οι Ρωμαίοι λοιπόν ήταν πιο σκληροί γι΄ αυτό και τότε διεσπάρησαν οι εβραίοι στον κόσμο. Από τότε, από το 70 μ.Χ. στη γη της, στην πατρίδα τους δηλαδή οι εβραίοι ήρθαν το 1948. Και βλέπετε ακόμα δεν μπορούν να πιάσουν, εύκολα, γιατί; διότι έχουνε την απόρριψη του Θεού «ιδού αφιέτε ο οίκος υμών έρημος» κι αν εσείς φτιάχνετε οίκο για το έθνος σας εγώ δεν είμαι μαζί με τον οίκο σας, «αφιέτε ο οίκος υμών έρημος». Κι αν σήμερα στέκονται οι εβραίοι, στέκονται επειδή έχουν χρήματα, επειδή έχουν μεγάλες δυνάμεις, επειδή έχουν όπλα και δεν ξέρουμε ποιο θα είναι το επόμενο στάδιο τους. Από τη ώρα που δεν έχουν το Θεό με το μέρος τους, δεν μπορούν να ‘χουν την ευλογία.

            Βλέποντας τον λοιπόν οι Ιουδαίοι και ως βασιλέα, και δικαίως γιατί είχανε όλη αυτή την προϊστορία, αμέσως τον ανακύρηξαν, ο Χριστός στην αρχή βρήκε ονάριο λέειν, κάθησε επ’ αυτό, «καθώς εστί γεγγραμμένον, μη φοβού θύγατερ Σιών ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλου όνου»  μη φοβάσαι λοιπόν θύγατερ, έρχεται ο βασιλεύς σου καθήμενος πάνω σε πουλαράκι της όνου. «Ταύτα δε ουκ έγνωσαν οι μαθηταί» ούτε οι μαθηταί δεν μπορούσαν να τα καταλάβουν γιατί δεν ήταν εύκολη η μελέτη των γραφών της εποχής εκείνης, «ουκ έγνωσαν οι μαθηταί αυτού το πρώτον, αλλ΄ότε εδοξάσθη ο Ιησούς, τότε εμνήσθησαν ότι ταύτα ην επ’ αυτώ γεγραμμένα, και ταύτα εποίησαν αυτώ» μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος γνώρισαν οι μαθητές τι γινόταν με όλα αυτά που έκανε ο Χριστός. «Εμαρτύρει ουν ο όχλος ο ων μετ’ αυτού ότε τον Λάζαρον εφώνησεν εκ του μνημείου» δεν φώναζαν μόνο ζήτω, ζήτω, ωσαννά ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι κυρίου, αλλά φώναζαν «έκανε και τον Λάζαρον, ανέστησε και το Λάζαρο» πως κάνουν τα συνθήματα εδώ οι οπαδοί των κομάτων, ή των ποδοσφαιριστών, δεν λένε μόνο ζήτω που νικήσαμε ως εθνική, αλλά ζήτω ο τάδε ας πούμε που έβαλε το γκολ, ζήτω ο τάδε που έβαλε το άλλο γκολ, ο τάδε που έφτιαξε ή έφερε την ισότητα στην Ελλάδα κοκ. Έτσι μίλαγαν και εδώ για το Λάζαρο τον οποίον τον ήγειρεν εκ νεκρών, να πιστοποιηθεί παντού, να το μάθουν και οι άρχοντες.

            «Διά τούτο και υπήνυησεν αυτώ ο όχλος» για αυτό λοιπόν των προϋπήντησεν και   τον έφθασε μέχρι την πόλη.» ότι ήκουσαν τούτο αυτόν πεποικέναι το σημείον» γι’ αυτό και ο λαός ο κόσμος όλος τους αποδεχόντανε γιατί έκανε ο Χριστός αυτό το σημείο «τούτο μεγάλο θαύμα» το μεγάλο σημείο. Συνεχίζει βέβαια το ευαγγέλιο και μιλάει μετά για την έξοδο του Χριστού από τα Ιεροσόλυμα αμέσως για να μην γίνει αμέσως η σύλληψις.       

            Εδώ τελειώνει το σημερινό ευαγγέλιο και έχω να πω και το εξής σχόλιο και άμα θέλετε να συζητήσουμε λιγάκι, το σχόλιο είναι ότι εμείς ως άνθρωποι και ως αγνοούντες αλλά και ως εμπαθείς, πολλές φορές τα μυστήρια του Θεού δεν μπορούμε να τα γνωρίζουμε.

            Είναι βαθιά και είναι άγνωστα και εξαιτίας αυτού πολλές φορές τα απορρίπτουμε. Ότι δεν πιάνει η λογική μας και ότι δεν πιάνουν οι αισθήσεις μας είναι ανύπαρκτα για μας. Δεν είναι όμως έτσι, όταν υπάρξει ένας χρόνος που θα μπει το Πνεύμα το Άγιον μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, θα διανοιχτούν οι οφθαλμοί, και τότε εκείνα τα οποία βλέπαμε απλώς με την κόρη του οφθαλμού μας, ή με το φλοιό του λογικού μας, εκείνα τα ίδια θα μας αποκαλυφθούν ως εσωτερικές δυνάμεις τελείως διαφορετικές.

            Θα  γίνουνε διαφανή, όπως διαφανής γίνεται η ακτίνα του ηλίου και περνάει μέσα από όλα τα αντικείμενα, όπως οι ακτίνες ρέτκεν, έτσι θα γίνει και ο άνθρωπος πλέον διαφανής σ’ ότι αφορά τη γνώση του στα μυστήρια του Θεού, είτε αυτά είναι κρυμμένα μέσα στη κτίση, είτε είναι κρυμμένα μέσα στο Θεό.

             Γι’ αυτό και χρειάζεται εκ μέρους μας, ένα δεύτερο σχόλιο και τελειώνω, χρειάζεται εκ μέρους μας να περάσουμε απ’ αυτή τη πύλη που πέρασεκαι ο Χριστός, από τη πύλη του μαρτυρίου του σταυρού, ώστε να σπάσουν όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία εμποδίζουν να ερθει η γνώσις η αληθινή του Θεού, για να μπούμε μέσα στην ελευθερία της αναστάσεως. Δεν μπορεί να υπάρξει ανάστασις χωρίς σταυρό, που έλεγα εχθές το βράδυ, ο σταυρός είναι αναγκαίος γιατί η ανάστασις ως έπαθλον δεν είναι αξιόλογο εάν δεν γίνει αγώνας. Η ανάστασις χωρίς τον αγώνα, η δόξα  δηλαδή του Χριστού,  το έπαθλο χωρίς τον αγώνα του σταυρού και ο καθένας φέρει το δικό του σταυερό βέβαια, δεν έχει καμμία αξία. Όπως και ο σταυρός αν δεν επακολουθήσει ανάσταση, είναι κάτι το μοιρολατρικό. Είναι ένα σημείο, ένα στοιχείο το οποίο προδίδει συνεχώς όλο εκείνο το φορτίο που είχε στη παλιά εκείνη εποχή ο σταυρός.  Η σταυρική θυσία του ανθρώπου ήτανε η μεγαλύτερη θυσία των κακούργων, η μεγαλύτερη τιμωρία των κακούργων. Δεν υπήρχε μεγαλύτερη τιμωρία που έπρεπε να τιμωρηθεί ένας άνθρωπος παρά ο σταυρός. Αυτό προτίμησε ο Χριστός για τον εαυτό του,   ώστε να δείξει ότι μέσα από τα έργα του ανθρώπου, εάν τα χρησιμοποιήσει σωστά ο Θεός ή ο άνθρωπος του Θεού, μπορεί να βγεί στα έργα του Θεού. 

            Γι’ αυτό και δεν πρέπει να βασανιζόμαστε μερικές φορές, όταν υποφέρουμε στη ζωή μας και πάσχουμε από διάφορους πειρασμούς. Γιατί; διότι εάν υπομείνουμε λίγο, εάν λιγάκι αφήσουμε να διεισδύσει ο νους μας πιο βαθιά στα μυστήρια της υπάρξεως των όντων και κυρίως του Θεού, θα έρθει μια ώρα που θα μας αποκαλυφθεί όλος ο κόσμος με διαφορετικό τρόπο.

            Είμαστε ολιγόψυχοι όμως και λέμε εγώ εδώ και τώρα θέλω την απαλλαγή. Δεν μας συμφέρει αυτό. Εάν δεχθούμε και μας δώσει ο Θεός την απαλλαγή, δεν θα μας δώσει ποτέ τη γνώση και την γνωριμία μας με κείνον. Μα θα πείτε ο Θεός αυτά θέλει; Δε θέλει αυτά ο Θεός, εμείς έχομε ανάγκη απ’ αυτά. Όταν ένας άνθρωπος είναι αγκυλωμένος δεν φταίει ο γιατρός που θα αρχίσει να τον κτυπάει με το σφυρί για να φύγει η αγκύλωση. Δεν φταίει ο φυσιοθεραπευτής που θα τον βάλει σε ειδικά μηχανήματα και θα τον στίβει κάθε μέρα, φταίει η αγκύλωση που έχομε εμείς. Και ο Θεός ως καλός ιατρός, παραχωρεί και επιτρέπει να συμβαίνουν αυτά στη ζωή μας ώστε να ρθει μια ώρα που να πούμε σε ευχαριστούμε Θεέ μου που με αξίωσες έστω και μέσα απ’ αυτά τα φάρμακα τα στρυφνά, όπως λέει ο Άββας ο Ισαάκ, να μπω και εγώ μέσα σε ένα χώρο ελευθερίας.  Αλλιώς η φύσις μας θα πάσχει και θα υποφέρει συνεχώς από ρευματισμούς και δεν θα μπορεί να απαλλαγεί ποτέ εάν έρθει κάποτε και πνεύσει το Πνεύμα του Θεού. Ο ήλιος θα; Μας κάνει βλάβη μεγάλη, εάν δεν φτιάξουμε το μάτι μας από δω και δεν το καθαρίσουμε και δεν το θεραπεύσουμε και η χάρις του Θεού δεν θα μπορεί να μας ωφελεί σε τίποτα, θα μας τσούζει συνεχώς, εάν η φύσις μας δεν καθαριστεί μέσα από τη δοκιμασία του σταυρού που παρουσίασε μέσα στην εκκλησία του ο Χριστός.

            Γι’ αυτό και το μεγαλύτερο θαύμα του χριστιανισμού είναι το κέντρο του σταυρού, δεν υπάρχει τίποτα άλλο μεγαλύτερο. Όλες οι θρησκείες όπως είπα και χθες το βράδυ έχουνε πολλές εντολές που αναφέρει και ο Χριστός, και περί αγάπης ομιλούν και περί άλλων εντολών και περί πτωχών ομιλούν, και ένα σωρό άλλα πράγματα. Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς όμως, για τη λύτρωση του ανθρώπου μέσα από το σταυρό του Χριστού και την ανάσταση του. Γι’ αυτό και είναι μοναδική η πίστις μας, και δεν μπορεί κανείς να την αντιπαραθέσει κάτι το ανάλογο σ’ αυτόν τον κόσμο. Γι’ αυτό και ο χριστιανισμός δεν καταρρίπτεται ποτέ όσο κι αν πολεμείται και θά 'λεγα την ώρα που πολεμείται εκείνη την ώρα αναζωπυρώνεται. Και αυτή η αναζωπύρωση  βλέπουμε στους τρεις πρώτους αιώνες που μαρτυρούσαν οι άνθρωποι στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία, τη βλέπουμε μέσα στις πολεμικές των αιρέσεων, τη βλέπουμε στο σύγχρονο κόσμο που πολεμούν και που σφάζουν τους ανθρώπους κυριολοκτικά τους χριστιανούς ιδίως στα ανατολικά μπλοκ, και τη βλέπουμε και στη σύγχρονη εποχή εδώ στην Ελλάδα, που μανιωδώς μερικοί προσπαθούν με τα δικά μας πολλές φορές εργαλεία να ξεθεμελιώσουν την εκκλησία και να την βάλουν στο περιθώριο. Και κείνη αντί να μπαίνει στο περιθώριο βλέπετε τη στηρίζουν οι άνθρωποι οι ίδιοι οι οποίοι σήμερα την κατηγορούν και αύριο έρχονται και κοινωνούν. Σήμερα βρίζουν τους παπάδες και αύριο παίρνουν από τον παπά το αντίδωρο. Τι μυστήριο.  Τι μυστήριο. Ξέχασαν τι είπε ο Τριανταφυλλόπουλος πριν λίγες μέρες, και σήμερα ήρθαν και κοινώνησαν. Έτσι; Ξέχασαν τι είπε ο Τριανταφυλλόπουλος και ήρθαν και κοινώνησαν.   Ενώ πολλοί θα αποφάσισαν και θα είπανε δεν ξαναπατάω στη εκκλησία. Και είπα σε κάποιους που σκανδαλίζονταν και λέω εγώ δεν θάπρεπε να πατάω ποτέ στην εκκλησία γιατί κάθε μέρα ακούω τις αμαρτίες σας, δηλαδή επειδή ακούω τις αμαρτίες σας εγώ δεν θα πάω στην εκκλησία; Αυτά ήθελα να πω να μας πει και ο κύριος διευθυντής εδώ κάτι.

 

-Ακρ.:  ..........................................................................................................................................

 

-Γ.Μ.: Το διαβάσαμε εχθές στο συναξάριο, είναι μια απορία και των πατέρων της εκκλησίας, και λέει το συναξάρι, για δυό λόγους ο Λάζαρος δεν αποκάλυψε τίποτα. Πρώτον, ή διότι δεν έλαβε άδεια από το Θεό να αποκαλύψει, γιατί αν αποκάλυπτε θα ήτανε ζοφερά αυτά που θα αποκάλυπτε στον άδη, ή διότι του απέκρυψε κάθε γνώση του άδου ο Θεός. Αυτές οι δυό πληροφορίες, και πράγματι δεν έχουμε καμία αποκάλυψη της ζωής του άδου από το Λάζαρο.

 

-Ακρ.: Γιατί δεν ξαναγέλασε ξανά;

 

-Γ.Μ.: Γιατί είδε οικτρά πράγματα στον άδη φαίνεται. Ποιος ξέρει τι είναι ο άδης;  

 

-Ακρ.: Συνεπώς γέροντα, κάποιος που έχει ……. παράλυτο 15 , 20 χρόνια και είδαμε πρόσφατα στις τηλεοράσεις δύο μητέρες από τροχαίο δύο παιδιά, η μεν μία απηύδησε και διέταξε τους γιατρούς να απεγκλωβιστεί το παιδί από τα μηχανήματα και πέθανε, ενώ η άλλη μετά 8 – 10 χρόνια ανένηψε και συνήλθε. Αυτός δεν μπορεί να μας πει που ήτανε επί 10 χρόνια η ψυχή του η καρδιά του, σε ποιο πεδίο δηλαδή σε γνόφο ήτανε; όπως κι όταν είσαι εγχειρισμένος και ανανείπτεις επίσης.

 

-Γ.Μ.: Ο άγιος Νικόδημος λέει ένα χωρίο σ’ αυτό, είναι μια πραγματικότητα , μια ερμηνεία σε κάτι, ανάλογα ας πούμε πράγματα, όταν ο άνθρωπος έρχεται σε ένα κώμα, και δεν έχει βγει ακόμα από το σώμα δεν έχει επιτραπεί από το Θεό να βγει από το σώμα, τότε λέει, συσπειρούται όλη η ψυχή,   συσπειρούται όλη η ψυχή στην καρδιά του, μη ενεργούσα, πως συσπειρούται η ζωή σε ένα σπυρί σιτάρι, και μένει ανενέργητος. Χωρίς να παύει να ζει έτσι; Φαίνεται πολλοί όταν έστω για προσωρινά φεύγουν από τον κόσμο αυτόν, η ζωή τους μένει ανενέργητη, είναι συσπειρωμένη, όταν επανέλθει κανείς, τότε αναπτύσσεται μέσα στο σώμα και μέσα στα όργανα και αρχίζει και πάλι και συνειδητοποιεί.

 

-Ακρ.: δεν το κατάλαβα αυτό.

 

-Γ.Μ.: Μαζεύεται απ’ όλη την έκταση που έχει, η ψυχή ξέρετε είναι εκτετεταμένη σε όλο το σώμα, έτσι ; μαζεύεται απ’ όλο το σώμα και συσπειρούται μέσ’ τη καρδιά. Όπως μαζεύεται απ’ όλο το δένδρο θα λέγαμε ο καρπός όλη η ζωή του δένδρου μαζεύεται στο καρπό. Αυτή η ζωή του δένδρου βρίσκεται δυνάμει στο καρπό, άμα βάλεις σε ειδική θέση το καρπό θα αναπτύξει το δένδρο, έτσι και η καρδιά μας, όταν επιτρέπει ο Θεός να εξέλθει, και απλώς βρίσκεται συσπειρωμένη, δεν μπορεί να ενεργήσει να δει δηλαδή και να κατανοήσει. Όταν όμως επιτρέπει ο Θεός, ενεργεί, που το βλέπουμε αυτό; το βλέπουμε στους ανθρώπους που αρπάζονται χωρίς να φεύγουν από το σώμα, αρπάζεται ο νούς τους στον άλλο κόσμο, και μας δίνουν πληροφορίες του άλλου κόσμου. Βεβαίως οι πληροφορίες αυτές άλλες είναι πράγματα που και οι ίδιοι δεν μπορούν να τα εκφράσουν, γι’ αυτό και λένε «ουκ εξ ων ανθρώπω λαλήσει» δεν μπορεί να τα λαλήσει ο άνθρωπος, άλλοι δε προσπαθούν να τα μορφοποιήσουν, με ανθρώπινα δεδομένα, και πολλές φορές αν ένας έχει   σωστή ερμηνεία τα ερμηνεύει, αν ένας δεν έχει σωστή  ερμηνεία τα μυθοποιεί, όπως είναι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, που μιλάει για την μέλλουσα Σιών, τη μέλλουσα βασιλεία. Έχουμε και πολλούς πατέρες όμως, οι οποίοι αρπάζονται στον ουρανό και βρίσκονται σε ευχάριστες θέσεις τέτοιες που όταν επανέρχονται μιλάνε για αυτές τις θέσεις αλλά πάλι με τέτοια συμβολικά πράγματα. Φαίνεται ο άλλος κόσμος, είναι τέτοιος κόσμος, που δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να εκφραστεί παίρνοντας παραδείγματα απ’ αυτόν τον κόσμο. Η εικόνα δεν μπορεί  να εκφράσει το πρωτότυπο, μπορεί να δώσει μια μορφή αλλά δεν μπορεί να δώσει όλο το εύρος της ζωής, τώρα άμα βγάλω μια φωτογραφία εμένα , η φωτογραφία θα μου δώσει όλο το εύρος  της υπάρξεως μου; ή όταν φτιάχνουμε εμείς μια εικόνα του Χριστού, θα μου δώσει όλο το εύρος του τι είναι ο Χριστός; Θα μου δώσει μια μορφή, θα μορφοποιήσει, αλλά εκείνο το οποίο υπάρχει, αδύνατο να το καταλάβει  κανείς, μόνο όταν μπει και εισέλθει σ’ αυτό το χώρο.  Όπως λένε και οι βουλευταί  και οι δεσποτάδες, τους κατηγοράνε γιατί δεν επεμβαίνετε στη βουλή επι παραδείγματι, και αφήνετε και αδικεί η κυβέρνηση αυτό, και λένε ότι εμείς προτού μπούμε στη βουλή αλλιώς βλέπουμε τα πράγματα, μόλις μπούμε στη βουλή όμως τα βλέπουμε αλλιώς τα πράγματα. Έτσι λένε και οι δεσποτάδες, προτού μπούμε μέσα στη σύνοδο, λέμε άλλα πράγματα και εμείς κατηγοράμε άμα μπούμε μέσα εκεί βλέπουμε άλλα πράγματα και επομένως δεν μπορούμε να κατηγοράμε.

 

-Ακρ.: Πως αρπάζεται ο νους, σε ποιες περιπτώσεις των πατέρων ; 

 

-Γ.Μ.:  Όταν θέλει ο Θεός αρπάζεται ο νους, είναι ένα πνευματικό στάδιο η αρπαγή του νοός, δεν είναι το τελειότερο στάδιο, είναι το στάδιο ακριβώς μετά την απάθεια. Όταν φθάσει κανείς και δεν κινείται η φύση του εμπαθώς, τότε αν θέλει ο Θεός, του γνωστοποιεί ο Θεός τον κόσμο τον μέλλοντα. Και δεν καταλαβαίνει, ακριβώς, ο Απόστολος Παύλος λέει, είτε εντός του σώματος ήταν αυτός ο άνθρωπος σε τρίτο πρόσωπο, είτε εκτός του σώματος, ουκ οίδα, δεν ξέρω, μέσα ήταν στο σώμα, έξω από το σώμα, πάντως είδα τον τοιούτον αρπαγέντα έως τρίτου ουρανού και ήκουσα άρρητα ρήματα.    

 

-Ακρ.: Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος για τον οποίο μιλάει;

 

-Γ.Μ.:  Ο Απόστολος Παύλος, ο ίδιος είναι, αλλά το μιλάει για τρίτο πρόσωπο. Αλλά όμως αντιλήφθηκα και είδα και γνώρισα τον τοιούτον άνθρωπο, αρπαγέντα έως τρίτου ουρανού, και τρίτος ουρανός ερμηνεύεται εδώ η Αγία Τριάς, και είδε άρρητα ρήματα. Πράγματα που «ουκ εξ ων ανθρώπων λαλήσαι». Δεν είναι δυνατόν ο άνθρωπος να τα εκφράσει. Έτσι εκφράζεται ο Απόστολος Παύλος. Και όσοι έχουν αυτή την αρπαγή, δεν την έχουν, γίνεται αυτό κατ’ οικονομίαν θεού, για να μπορέσει να , ο Απόστολος Παύλος έπρεπε να βαστάξει ένα μεγάλο σταυρό στα έθνη.

            Ήταν ο μοναδικός όπως και οι άλλοι βέβαια, αλλά κυρίως ο Απόστολος Παύλος, που είχε και τις ικανότητες τις ανθρώπινες, έπρεπε να βαστάξει αυτό το σταυρό στα έθνη. Και έπρεπε να έχει πιστοποιήσεις. Δεν μπορούσε μόνο με μια απλή αποκάλυψη του Χριστού που πήγαινε προς τη Δαμασκό «γιατί προς κέντρα λακτίζεις» γιατί κλωτσάς τα καρφιά; Εγώ είμαι ο Χριστός ο Ναζωραίος. Δεν μπορούσε μόνο μ’ αυτή την αποκάλυψη, αυτή την απλή αποκάλυψη, έπρεπε να αποκαλυφθεί ένας άλλος κόσμος, ο οποίος θα τον ελκύσει τόσο, ώστε να μπαίνει μέσα στο σταυρό και στο μαρτύριο της ζωής αυτής χωρίς να φοβάται.   «Εμοί κόσμος εσταύροται, κα’ γώ τω κόσμω» ξέρετε τι σημαίνει αυτό; να ξεφύγεις τελείως τη νοοτροπία των ανθρώπων και εσύ ανεπηρέαστος να μιλάς για τον ουρανό; «Ου δύνασθε καυχάσθε, ειμή εν τω σταυρώ του Χριστού» τίποτα εμένα δεν με ενδιαφέρει παρά ο σταυρός του Χριστού.

            Εγώ καυχώμαι στο σταυρό του Χριστού, τίποτα άλλο. Και να μπαίνει μέσα στους φιλοσόφους, μέσα στα μυαλά εκείνα τα μεγάλα, τα οποία θα αρχίσουν να ειρωνεύονται, θα αρχίσουν τούτο να κάνουν, θα αρχίσουν το άλλο να κάνουν , να μπαίνει αυτός ο οποίος είναι σταυρωμένος για τον κόσμο, ο οποίος όμως έχει πείρα μεγάλη του ουρανού, και να προσφέρει στους ανθρώπους τη πείρα αυτή του ουρανού, κι όσοι την πάρουν την πήραν. Εγώ λέει συνεχώς κηρύττω, συνεχώς γέγονα τοις πάσι τα πάντα, γίνομαι τοις Ιουδαίοις Ιουδαίος, γίνομαι τοις πάσι τα πάντα, ίνα τινάς σώσω. Ίνα μερικούς οδηγήσω στη σωτηρία.

             Καταλάβατε, τι αποφασιστικότητα, σ’ αυτούς τους ανθρώπους παραχωρεί μερικές φορές ο Θεός, να έχουν τέτοιες αποκαλύψεις απ’ αυτό τον κόσμο, ώστε να μαρτυρούν το Χριστό κατά τέτοιο τρόπο χωρίς να φοβούνται, χωρίς να δειλιάζουν. Και έφθασε στο μαρτύριο χωρίς να δειλιάσει. Όπως έφθασαν και τόσοι άλλοι άγιοι της εκκλησίας μας στο μαρτύριο έχοντας και αποκαλύψεις. Τα βιβλία αναφέρουν πολλούς αγίους με τέτοιες αποκαλύψεις, και πόσοι άλλοι θα΄ναι που δεν τους αναφέρει καθόλου.

 

-Ακρ.: Ο Άγιος Ανδρέας ο σαλός

 

Γέροντας: Βεβαίως. Αυτά. Να είστε καλά, ευχαριστούμε πολύ, καλό Πάσχα καλή ανάσταση να έχετε.

 

                       

Συνολική Διάρκεια : 66:21 λεπτά 

Ημερομηνία: 24-4-2005

 

 Πίσω